Αρχική / Νέα Της Βέροιας / Σαν σήμερα: 16 Δεκεμβρίου 1944: Αρχίζει η μάχη των Αρδεννών – Η αρχή του τέλους της χιτλερικής Γερμανίας

Σαν σήμερα: 16 Δεκεμβρίου 1944: Αρχίζει η μάχη των Αρδεννών – Η αρχή του τέλους της χιτλερικής Γερμανίας

Τετάρτη, Δεκέμβριος 16, 2020 - 01:06
111 0 0

 

H Μάχη των Αρδεννών, γνωστή και ως Επιχείρηση Σκοπιά στον Ρήνο (γερμανικά Unternehmen: Wacht am Rhein) από τον γερμανικό στρατό, ήταν η τελευταία μεγάλης κλίμακας επίθεση του Γ΄ Ράιχ στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, μεταξύ 16 Δεκεμβρίου 1944 και 25 Ιανουαρίου 1945, κατά μήκος των συνόρων του Βελγίου και του Λουξεμβούργου, με σκοπό την κατάληψη του ποταμού Μεύση (Meuse) και του λιμανιού της Αμβέρσας. Η επιχείρηση στόχευε αφενός στην διακοπή του εφοδιασμού των Συμμάχων και αφετέρου στον πιθανό διαχωρισμό των Αμερικανικών και Αγγλικών δυνάμεων στο Δυτικό Μέτωπο.

Την σχεδίαση της επιχείρησης επιμελήθηκε ο ίδιος ο Χίτλερ αλλά η αισιοδοξία του, ενώ αγωνιζόταν να αποδείξει ότι δεν είχε ακόμα υποκύψει, ήταν ιδιαίτερα υπερβολική και είχε ελάχιστες πιθανότητες να επιτύχει. Εντούτοις, μερικές συγκυρίες της τότε κατάστασης των Συμμάχων στο Δυτικό Μέτωπο επέτρεψαν την αρχική της επιτυχία. Σε συνδυασμό, πάντως με την κατασκευή νέων όπλων από την Γερμανία, όπως αεριωθουμένων αεροπλάνων και πυραύλων (βλήματα V1, V2 και V3) τυχόν επιτυχία της επιχείρησης αυτής είχε τις πιθανότητες να ανατρέψει την τελική έκβαση του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Η τελική, ωστόσο, κατάληξή της ήταν η απώλεια κάπου 100.000 Γερμανών στρατιωτών και αξιωματικών και η υποχώρηση στα σύνορά τους, αφήνοντας πλέον τη δυνατότητα εκτέλεσης μικρών μόνον επιχειρήσεων ως τη συνθηκολόγηση της Γερμανίας.

Τέλη 1944 : Η τελμάτωση της Συμμαχικής προσπάθειας στο Δυτικό Μέτωπο

Η απόβαση στην Νορμανδία είχε επιτύχει με σχετική ευκολία και σίγουρα πολύ ευκολότερα απ' όσο οι ηγέτες των Συμμάχων είχαν υπολογίσει, χάρη σε σφάλματα του ίδιου του Χίτλερ. Αλλά στη συνέχεια η αδημονία τους για τον γρήγορο τερματισμό του πολέμου μέχρι τα Χριστούγεννα, ανέδειξε τα πολλά προβλήματα που υπήρχαν για να επιτύχει μια τέτοια γιγάντια επιχείρηση. Μικρές Γερμανικές φρουρές κρατούσαν ακόμη αποκλεισμένα ή είχαν επιφέρει σημαντικές καταστροφές στα σημαντικά οργανωμένα λιμάνια στις ακτές του Ατλαντικού. Έτσι, οι Σύμμαχοι έπαιρναν ακόμα τα εφόδιά τους από πρόχειρες αποβάθρες που είχαν περιορισμένη χωρητικότητα και ήταν ιδιαίτερα ευάλωτες στις καιρικές συνθήκες (λιμένες Mulberry) ή αναγκάζονταν να χρησιμοποιούν λιμάνια αρκετά μακριά από την ζώνη επιχειρήσεων.

Η επιχείρηση στην οποία στηρίχτηκαν όλες οι ελπίδες για την τελική διάσπαση των Γερμανικών γραμμών μέσα στο 1944, μια μεγάλη συνδυασμένη συμμαχική κίνηση, ήταν η επίθεση στο Άρνεμ της Ολλανδίας (Επιχείρηση Market Garden), που έλαβε χώρα μεταξύ 17 Σεπτεμβρίου και 25 Σεπτεμβρίου. Αλλά ο Στρατηγός Μπέρναρντ Μοντγκόμερυ, που την είχε σχεδιάσει, λόγω της υπερβολικής αισιοδοξίας του, δεν έλαβε υπ' όψιν όλες τις λεπτομέρειες και τις πιθανές περιπλοκές, ενώ ταυτόχρονα σκόπιμα αγνοήθηκαν προειδοποιήσεις των υπηρεσιών πληροφοριών, που ανέφεραν σημαντική συγκέντρωση γερμανικών δυνάμεων στην περιοχή, δυσανάλογα μεγάλη για τις δυνατότητες των ελαφρά οπλισμένων αλεξιπτωτιστών, που θα έπεφταν στο Άρνεμ. Η τελική αποτυχία του σχεδίου εκείνου, μαζί με τις δυσκολίες ανεφοδιασμού σε πυρομαχικά και, κυρίως, καύσιμα, καθήλωσε την Συμμαχική προσπάθεια κατά τον Νοέμβριο του 1944, ενώ δριμύ ψύχος σάρωνε την Ευρώπη, πράγμα που έκανε τις επιχειρήσεις ακόμα δυσκολότερες. Αποτέλεσμα ήταν ότι, ενώ πλησίαζαν τα Χριστούγεννα του 1944, αντί ο πόλεμος να έχει τελειώσει, είχε ουσιαστικά τελματωθεί στο Δυτικό Μέτωπο. Αυτή η κατάσταση ευνόησε την τελική επιλογή του Χίτλερ, που εξάλλου δεν έβλεπε κανένα ενθαρρυντικό στοιχείο με πιθανότητες επιτυχίας στο Ανατολικό μέτωπο.

Στην συνέχεια υπήρξε ένας σοβαρός διχασμός στους επόμενους στόχους των Αμερικανών και Άγγλων ηγετών. Ο Τσώρτσιλ ευνοούσε την κατάληψη των βελγο-ολλανδικών και γερμανικών ακτών της Βόρειας Θάλασσας, που ήταν οι βάσεις εκτόξευσης των βλημάτων V1 και V2 και στόχευαν αποκλειστικά το Λονδίνο, χωρίς να υπάρχει πρακτικός τρόπος ανακοπής τους από την αεροπορία. Οι Αμερικανοί προτιμούσαν μια μαζική επίθεση ευρέος μετώπου στα σύνορα της Νοτιοδυτικής Γερμανίας, απέναντι από την Αλσατία, η οποία εθεωρείτο το "μαλακό υπογάστριο" του Ράιχ. Ένας πρόσθετος και όχι τόσο εμφανής λόγος ήταν το ότι οι Αμερικανοί διέθεταν σοβαρές ενδείξεις για γερμανικό πυρηνικό πρόγραμμα και είχαν ενεργοποιήσει την Επιχείρηση ΑΛΣΟΣ, έχοντας εντοπίσει πυρηνικό υλικό και επιστήμονες στην όχθη του Ρήνου απέναντι από την Αλσατία. Διετύπωναν, λοιπόν, ισχυρούς φόβους ότι υπήρχε σχέδιο να εξοπλίσουν τα βλήματα V2 με πυρηνικές κεφαλές.

Αποτέλεσμα ήταν ο διαχωρισμός των Συμμάχων σε δύο διαφορετικά μέτωπα, πράγμα που οι Γερμανοί γρήγορα αντιλήφθηκαν. Η διαίρεση αυτή πολλαπλασίασε τα προβλήματα του συμμαχικού ανεφοδιασμού. Επιπλέον ανέκυψε και ένα άλλο θέμα, που επέφερε πρόσθετες δυσκολίες. Με δεδομένη την αεροπορική τους υπεροχή, οι Σύμμαχοι είχαν βομβαρδίσει τις μεταφορικές αρτηρίες και επικοινωνίες στην Δυτική Ευρώπη σε τόσο μεγάλο βαθμό, που, τώρα που βρίσκονταν στην κατοχή τους, αντιμετώπιζαν την έλλειψη αυτής της υποδομής, που καθυστερούσε την προώθησή τους. Και, ως επιστέγασμα όλων αυτών, το Συμμαχικό στρατηγείο είχε πέσει θύμα της προπαγάνδας των πολιτικών ηγετών του, με αποτέλεσμα να έχει και το ίδιο την πεποίθηση ότι πράγματι η Γερμανία είχε ήδη ολοκληρωτικά ηττηθεί και καμία σημαντική επιχείρηση δεν αναμενόταν από την πλευρά της. Ως ένα βαθμό, τα αριθμητικά στοιχεία, στα οποία στηρίζονταν αυτές οι υποθέσεις, προέρχονταν και από την από σκοπού διόγκωση των αποτελεσμάτων των στρατηγικών βομβαρδισμών στις βιομηχανικές περιοχές, με σκοπό να δικαιολογηθούν ορισμένα στρατηγικά δόγματα που είχαν κοστίσει πολύ σε απώλειες μεταξύ 1943-1944 και είχαν κριθεί ως αποτυχίες. Υπήρχε σοβαρή διχογνωμία Άγγλων και Αμερικανών ειδικών στις εκτιμήσεις αυτές, και, όπως αποδείχτηκε στον τομέα υλικού, η γερμανική παραγωγή άντεχε ακόμα εξαιρετικά, παρά το ότι υπέφερε πολύ στον τομέα του έμψυχου υλικού. Η πολιτική ηγεσία των Συμμάχων, ωστόσο, ήθελε μετά από τόσο αίμα και απώλειες επί τέσσερα χρόνια, να εμφυσήσει έναν αέρα αισιοδοξίας στους δοκιμαζόμενους λαούς της, οπότε δεν επέτρεψε σε αυτές τις λεπτομέρειες να ληφθούν υπόψιν.

Το Γερμανικό Σχέδιο

Ο Χίτλερ διατηρούσε πολύ καλές αναμνήσεις απ' την επίθεσή του στις Αρδέννες το 1940, στην διάρκεια του αστραπιαίου πολέμου (blitzkrieg), οπότε και τις διέσχισε σχεδόν ακαριαία, παρά την αντίθετη άποψη του Γαλλικού Επιτελείου και, περνώντας το Σεντάν, έφτασε στο Παρίσι σε χρόνο μιας εβδομάδας, ενώ στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο το αντίστοιχο όνειρο των Γερμανών δεν μπόρεσε ποτέ να πραγματοποιηθεί. Επιπλέον, υπολόγιζε πολύ στον καλύτερο οπλισμό που διέθετε τώρα και έλαβε σοβαρά υπόψη του την μεγάλη κακοκαιρία, για να αποφύγει την αεροπορική υπεροπλία των Συμμάχων. Ακόμα, αποφάσισε την ταυτόχρονη ενεργοποίηση τριών άλλων συμπληρωματικών επιχειρήσεων, που θα ενεργούσαν ως αντιπερισπασμοί και επέβαλε απόλυτη σιγή στις επικοινωνίες που αφορούσαν την όλη επιχείρηση. Παραδόξως, το τελευταίο, αν και μέρος του αιφνιδιασμού που ήθελε να πετύχει, έδρασε αρνητικά στο σχέδιό του, επειδή η ενημέρωση των κατωτέρων αξιωματικών και διοικητών των μικρών μονάδων παρέμεινε πρακτικά μηδενική μέχρι την τελευταία στιγμή. Αλλά οι Συμμαχικές υπηρεσίες πληροφοριών, που ήταν πολύ έμπειρες στις υποκλοπές και είχαν την βοήθεια πολλών αντιστασιακών δικτύων στην Ευρώπη, μπόρεσαν και πάλι να εντοπίσουν μέρος από τις κινήσεις προετοιμασίας του Χίτλερ, αλλά όπως και στην επιχείρηση στο Άρνεμ, η Ανώτατη Συμμαχική Διοίκηση δεν ήταν έτοιμη να ανεχτεί οτιδήποτε το μη αισιόδοξο και ειδικά τότε που οι πολιτικοί ηγέτες διέδιδαν ότι «…τα παιδιά μας φέτος θα κάνουν Χριστούγεννα στο σπίτι...».

Η κυρία επίθεση ονομάστηκε «Φρουρός στον Ρήνο» (Wacht am Rhein) και συνοδεύονταν από τρεις παράλληλες άλλες, την «Ισοπεδωμένη Γη» (Bodenplatte), όπου η Γερμανική αεροπορία θα έκανε μια γενική επίθεση καταστροφής στο έδαφος της Συμμαχικής αεροπορίας , την «Αρπαγή» (Greif), την χρήση μεταμφιεσμένων Γερμανών σε Αμερικανούς στρατιώτες που θα προκαλούσαν σύγχυση και θα έκαναν δολιοφθορές (διοικητής ο συνταγματάρχης Οττο Σκορτσένυ) και την «Στέσερ», κατά την οποία θα ρίπτονταν νύχτα αλεξιπτωτιστές να καταλάβουν καίρια σημεία στην κομβική πόλη του Μαλμεντύ (Malmedy) στο ανατολικό Βέλγιο.

Όταν οι καιρικές συνθήκες ωρίμασαν, στις 16 Δεκεμβρίου, και εξασφάλιζαν πρακτικά μηδενική ορατότητα, η επίθεση εξαπολύθηκε. Την ίδια ώρα ο Μπέρναρντ Μοντγκόμερυ έπαιρνε άδεια να επισκεφθεί την οικογένειά του στην Αγγλία και ο Αϊζενχάουερ την επομένη θα πήγαινε σε γάμο επιτελούς του. Καμμία πληροφορία δεν είχαν πάρει οι μονάδες, οι οποίες βρέθηκαν ξαφνικά μπροστά στα γερμανικά άρματα. Οι περισσότερες, μάλιστα, από αυτές, ήταν εντελώς αδοκίμαστες σε πόλεμο (η 99η και η 106η Μεραρχία) ενώ η έμπειρη 2η Μεραρχία Πεζικού είχε σταλεί σε εκείνο τον τομέα συμπτωματικά, για ανάκαμψη.

Ο συνταγματάρχης Γιόαχιμ Πάιπερ, που αποτελούσε την αιχμή του Ντήτριχ, κατάφερε να φτάσει στο χωριό Σταβελό, 20 χλμ από το σημείο της γερμανικής εκκίνησης, μόλις μετά από 36 ώρες, στις 18 Δεκεμβρίου, για να διαπιστώσει ότι οι Αμερικανοί στρατιώτες πυρπόλησαν πολλά αποθέματα καυσίμων και συστηματικά ανατίναζαν κάθε γέφυρα στην διαδρομή του. Αφού ειδοποίησε ότι η κατάσταση των καυσίμων του είχε ήδη γίνει κρίσιμη, συνέχισε για το χωριό Τρουά Πόν (Τρεις γέφυρες) αλλά και εκεί οι σημαντικές προσβάσεις πάνω από το ποτάμι του Ουρ είχαν ανατιναχθεί. Ο Πάιπερ συνέχισε για το χωριό Στουμόν για να συναντήσει την ίδια εικόνα. Τελικά αποφάσισε να υποχωρήσει στο χωριό της Λα Γκλεζ και να οχυρωθεί, περιμένοντας ενισχύσεις και καύσιμα από τα μετόπισθεν που δεν ήρθαν ποτέ. Εν τω μεταξύ, αμερικανικό πεζικό αναπτύχθηκε στα νώτα του και, στις 23 Δεκεμβρίου, βλέποντας το αδιέξοδο ο Πάιπερ αποφασίζει να υποχωρήσει στις αρχικές του θέσεις. Σήμερα στην Λα Γκλέζ, στο σημείο που ο Πάιπερ είχε το πρόχειρο αρχηγείο του, έχει στηθεί μικρό μουσείο από εκείνη την μάχη και διατηρείται σε πολύ καλή κατάσταση ένα από τα άρματά του.

Η συμμαχική αντεπίθεση

Ο καιρός άρχισε να βελτιώνεται καθώς πλησίαζαν τα Χριστούγεννα όσο χρειαζόταν για την Συμμαχική αεροπορία να αντιδράσει. Τα μαχητικά της άρχισαν να χτυπούν συστηματικά τις γερμανικές συγκεντρώσεις και τα βομβαρδιστικά της έριξαν πλήθος βομβών στις γραμμές ανεφοδιασμού τους, ενώ ρίψεις αλεξιπτωτιστών και ανεμοπλάνων ενίσχυσαν την Μπαστόν σε υλικό και άνδρες. Την ίδια ώρα ο Πάττον χτυπούσε τις δυνάμεις του Μπράντενμπέργκερ στα πλευρά του Μαντόιφελ. Ηταν η πιο ωραία στιγμή αυτού του ιδιόμορφου στρατηγού, που, μέσα σε μια άσχημη πολική νύχτα, μετέφερε την προηγουμένη ικανό στρατό από την Λωραίνη στις Βελγικές Αρδέννες, δίνοντας ελπίδα στην αποκλεισμένη Μπαστόν. Στις 26 Δεκεμβρίου ο Πάττον μπαίνει στην πόλη σπάζοντας τον κλοιό της και, πρακτικά, αποκόπτοντας τον Μαντόιφελ. Ο τελευταίος πρότεινε την υποχώρηση στις αρχικές του θέσεις, αλλά ο Χίτλερ αρνήθηκε κατηγορηματικά.

Ενώ η γερμανική επίθεση είχε σταματήσει, την Πρωτοχρονιά εξαπολύεται η αεροπορική επιχείρηση «Ισοπεδωμένη Γη», που δεν μπόρεσε να συγχρονιστεί με την επίθεση των χερσαίων δυνάμεων. Η έκπληξη των συμμάχων δεν είναι μικρή και χάνουν στο έδαφος κάπου 465 αεροπλάνα σε αεροδρόμια που εκτείνονται απ την Ολλανδία ως την βορειοανατολική Γαλλία, αλλά και εδώ η μυστικότητα στα σχέδια του Χίτλερ προκάλεσε καθυστερήσεις, έλλειψη συντονισμού και ενημέρωσης. Υπήρξαν σμήνη που δεν μπόρεσαν να εντοπίσουν τους στόχους τους, άλλα αιφνιδιάστηκαν τα ίδια από την αναπάντεχη εμφάνιση εχθρικών σκαφών, για τα οποία δεν υπήρχαν πληροφορίες, ενώ άλλα καταρρίφθηκαν από φίλια πυρά από γερμανικές μονάδες που δεν είχαν ειδοποιηθεί για την όλη επιχείρηση. Η γερμανική αεροπορία έχασε 277 πολύτιμα αεροσκάφη, που δεν μπορούσε να αντικαταστήσει, ενώ οι Σύμμαχοι αναπλήρωσαν τις απώλειές τους μέσα σε 10 μόνο ημέρες. Ένας έκπληκτος Γερμανός πιλότος, που είχε καταρριφθεί στο αεροδρόμιο του Μετς, είδε την άλλη μέρα το μόλις κατεστραμμένο αμερικανικό αεροδρόμιο να γεμίζει με ολοκαίνουργια αεροπλάνα και ομολόγησε ότι τότε συνειδητοποίησε γιατί η χώρα του έχανε τον πόλεμο. Εκ των πραγμάτων αυτό υπήρξε και το «κύκνειον άσμα» της Λουφτβάφε.

Η επισφράγιση της κατάστασης επήλθε, παραδόξως, με μια νέα γερμανική επίθεση στις 17 Ιανουαρίου, η οποία είχε σχεδιαστεί ευκαιριακά εξ αιτίας της αποδυνάμωσης των αμερικανικών δυνάμεων στην Αλσατία, με σκοπό να ενισχυθούν οι δυνάμεις του Πάττον. Η 7η αμερικανική στρατιά είχε την εποπτεία μιας ζώνης 110 χλμ στην ανατολική Γαλλία (κάπου 200 χλμ ανατολικά από τις Αρδέννες) και αναγκάσθηκε να αμυνθεί απελπισμένα για να μην εξολοθρευτεί ολοσχερώς, έχοντας πολλές απώλειες. Αλλά οι γερμανικές δυνάμεις που την πιέζουν δεν έχουν θέσει κανένα μακρόπνοο στρατηγικό στόχο και εξασθενούν πλήρως στις 25 Ιανουαρίου, που θεωρείται ως ημερομηνία λήξης της Μάχης των Αρδεννών.

Οι επιπτώσεις

Το μεγάλο Αμερικανικό μνημείο λίγο έξω από την Αρλόν, στο Μαρντασσόν. Σε κάτοψη έχει σχημα μεγάλου άστρου στηριγμένου σε κολώνες όπου αναγράφονται τα ονόματα των νεκρών απ' την Μάχη των Αρδεννών και στο άνω μέρος τα ονόματα των Πολιτειών της Αμερικής από τις οποίες προήλθαν.

Οι συνολικές αμερικανικές απώλειες έφτασαν τις 80.000 νεκρούς και ήταν οι χειρότερες στην ιστορία τους σε μια και μόνο επιχείρηση. Οι Βρετανοί είχαν μόνο 1400. Οι Γερμανοί έχασαν, σε ανθρώπινο υλικό, μεταξύ 60.000 ως και 100.000 μάχιμους άνδρες και σχεδόν όλο τον αξιόλογο οπλισμό τους. Αυτό σήμαινε ότι η Γερμανία είχε πλέον χάσει την δυνατότητα όχι μόνον επιθετικών επιχειρήσεων μεγάλης κλίμακας, αλλά και την, ακόμη σημαντικότερη, δυνατότητα προάσπισης αυτού τούτου του εδάφους της.

Σχεδόν παράλληλα, στις 12 Ιανουαρίου, οι Ρώσοι περνούσαν τον ποταμό Βιστούλα στην Πολωνία, το τελευταίο σημαντικό γεωγραφικό εμπόδιο προς το Βερολίνο. Έτσι, χρονικά η Μάχη των Αρδεννών θεωρείται και σαν η αρχή του τέλους της χιτλερικής Γερμανίας. Όπως αργότερα είπε ο Μαντόιφελ «Μετά από εκείνη την επιχείρηση ξαναγυρίσαμε στον πόλεμο του δεκανέα, κάνοντας μόνο αψιμαχίες και όχι πλέον μάχες».

Πηγή: el.wikipedia.org

Πηγή: 
Verianet.gr